Σάββατο, Δεκεμβρίου 02, 2006

Αναπτήρες.

-Μπορώ να έχω την φωτιά σας, παρακαλώ;

Ηταν μια ερώτηση που μας έκανε να χαμογελάσουμε κρυφά γιατί ήταν και ο τρόπος να σε φλερτάρει κάποιος. Η «φωτιά» είχε μια έννοια διφορούμενη. Χωρίς ποτέ να είσαι σίγουρος.
Πολλοί άνδρες είχαν αναπτήρες θυέλης. Οι γυναίκες είχαν κομψούς, συνήθως ασημί ή χρυσαφί.
Το να σου δώσει κάποιος το τσιγάρο του για να ανάψεις από την καύτρα ήταν σημάδι μεγάλης άνεσης.
Οι κύριοι σου έτειναν τον αναπτήρα ανάβοντάς τον. Υπήρχε μια αμφιβολία στο βλέμμα τους για το αν θα τα κατάφερνες με την πρώτη.
Οι πιο προοδευτικοί σού τον έδιναν στο χέρι να ανάψεις μόνη σου. Αυτοί ήταν πιο σίγουροι ότι δεν υπήρχε πρόβλημα.
Και στις δυο περιπτώσεις είχες μια μικρή αγωνία.

Σε περίπτωση που σου έτειναν αναμμένο σπίρτο τα πράγματα δυσκόλευαν, ιδίως αν φυσούσε αέρας. Τότε οι πιθανότητες ήταν μισές δικές σου και μισές του αέρα. Δεν είχες όλο το βάρος της ευθύνης αλλά αν άναβες με τη μια, αποδεικνυόσουν μεγάλος μάστορας. Αν έσβηνε το πρώτο σπίρτο τότε τα χέρια έκαμαν φωλίτσα γύρω από την φλόγα και τα κεφάλια πλησίαζαν λίγο αθέλητα προκειμένου να μη σβήσει η φλόγα. Αν έσβηνε και τούτο το δεύτερο, έπαιρνες όλο το κουτάκι και επικρατούσε αγωνία. Ο εχθρός ήταν κοινός πλέον, ο αέρας, ο Αέρας. Εκαμες με τα δάκτυλά σου όλα τα ταχυδακτυλουργικά και αν δεν έσβηνε ήτανε νίκη, Νίκη.

Υπήρχε βέβαια και η περίπτωση να σβήσει το σπίρτο πριν καν ανάψει με εκείνο το θλιβερό τσαφ αφήνοντας την χαρακτηριστική σπιρτάδα στον αέρα. Τότε υπήρχε αμηχανία.

Θυμάμαι επίσης το «τσακμάκι». Ω! Αυτό ήταν για πράγματα της στιγμής που παρουσιάζονταν ολούθε, όπως για να κάψεις λίγο την άκρη του σπάγκου.

Τώρα με τα μπικ, έχεις πολλές ευκαιρίες. Τα δάκτυλα γυρίζουν μηχανικά την πέτρα ενώ ο άλλος συνεχίζει την κουβέντα του με τον διπλανό του ή στο κινητό.
Ακόμα και το ευχαριστώ σου περνά σχεδόν απαρατήρητο. Τόσο που δεν είσαι σίγουρος ούτε καν εσύ ότι το είπες.

Πεζή εποχή όπου η φωτιά είναι ζήτημα αυτοματισμού.
Ούτε θυμάμαι πια από πότε έχω να δω σπίρτα.
Παλαιότερα αγόραζες την μάρκα σου «κι ένα κουτάκι σπίρτα».
Σε κάθε άναμμα μοσχοβολούσε για λίγο το δωμάτιο. Ηταν και ο «προδότης» όταν αρχίσαμε να πρωτοκαπνίζουμε κρυφά...
Τα θυμόσαστε;
Σου έδιναν επίσης τα ξενοδοχεία εκείνα τα πλακέ με καμιά δεκαριά μέσα σαν διαφημιστικό με το όνομα καλλιγραφικά γραμμένο, διεύθυνση και τηλέφωνο Κάναμε και συλλογές από ταξίδια. Τώρα σου δίνουν αναπτηράκια με την φίρμα τους σταμπαρισμένη, συνήθως σε διαφορετικό χρώμα για να κάνει εντύπωση.

Η ερώτηση μπορεί να παραμένει η ίδια αλλά η λέξη «φωτιά» αντηχεί σαν απολίθωμα εκείνης της παλιάς Φωτιάς.