Παρασκευή, Φεβρουαρίου 16, 2007



Να που πάλι εδώ γράφω , νιώθοντας μόνος μου ,χωρίς να ξεχνώ, χωρίς να φεύγει ο πόνος από το όνειρο, εδώ σ' αυτό το υποβρύχιο που δεν υπάρχει μήτε μέρα η νύχτα.

Τα ξεχασμένα και αξέχαστα, με απόντες συνφορουμιστες , με μάχες που χάθηκαν και προέκυψε εύρος της λύπης,, όλα εδώ.
Τα πάντα έρχονται και φεύγουν όπως η θάλασσα που πάντοτε φεύγει και πάντοτε είναι εδώ μοιρασμένη κι αυτή με σαφή ισότητα ανάμεσα στον βυθό και την επιφάνεια.
Μοιρασμένη ολόκληρη μέσα σε μια στιγμή και διαρκώς στο μεταίχμιο μεταξύ προσμονής και ανυπομονησίας. Μεταξύ ομορφιάς και κινδύνου (υπαρκτού) της ομορφιάς, τόσο μεγάλου ώστε να δημιουργεί και θύτες και θύματα.
Γιατί η Γραφή μπορεί και νάνε εκατόμβη ή πνιγμός από την ίδια σου τη θέληση να τη γνωρίσεις.
Κι ίσως ούτε να τη γνωρίσεις, μονάχα, να την υποψιαστείς και η πυρκαγιά να σου πάρει το πρόσωπα για πάντα.
Σε κείνο το δίκοπο και άγριο νόημα που μπορεί και να είναι η έλλειψη νοήματος.
Και πάντα εδώ.
Και όλο αγάντα.
Και όλο να υπάρχει εκείνο το σημείο για τα "Ελεγεία της οξώπετρας" και όλο να υπάρχει ταυτοχρόνως εκείνος ο ερειπιώνας με ονόματα της προδοσίας που τον προστατεύεις ως πολύτιμο κτήμα του καιρού, ανάμεσα σε δύο τραγούδια.
Θέλω να πω ότι δεν υπάρχει χώρος να συμβεί τίποτε άλλο και όλα συμβαίνουν τώρα και εδώ.



Σ' αυτό το διεσταλμένο τώρα και το απέραντο εδώ. Πέρασε χρόνος, έρχεται χρόνος. Πέρασαν τα πάντα και έρχονται τα πάντα.
Τα ζύγια του χαρταετού για να μπορεί να πετάξει.
Να πετάξει και να είναι το απλό αποτέλεσμα των συγκεκριμένων υλικών του.
Ένας χαρταετός στον ουρανό δεν είναι τα ζύγια του, η ουρά του, το χαρτί του, τα καλάμια του, η αλευρόκολλα.
Ένας χαρταετός στον ουρανό είναι η πτήση του.
Είναι το παιδί που κρατάει την καλούμπα και γελάει.
Ένας χαρταετός είναι το γέλιο του παιδιού που ενώνει τη γη με τον ουρανό, το παρελθόν με το μέλλον σε ένα πλήρες παρόν.
Γέλιο παιδιού. Χρησμικό με την υπόσταση ενός τελευταίου χρησμού και ανερμήνευτο μέσα στον ατελεύτητο χρόνο.

ΥΓ. Τίποτα δεν τελειώνει.
Και πού ξέρεις;
Τίποτα μπορεί να μην έχει αρχίσει.
Κι όλα που έγιναν να είναι απλώς τα υλικά ενός χαρταετού που κάποτε θα τον φτιάξουμε και κάποτε θα πετάξει.
Αυτή η επαναλαμβανόμενη κίνηση που λέγαμε, μιας εργασίας που νομίζεις ότι δεν θα τελειώσει ποτέ, ώσπου το αποτέλεσμα να λάμψει.
Νομίζεις ότι η Γραφή σαν τον Χαρταετό δεν θα τελειώσει ποτέ. Και δεν τελειώνει ποτέ. Μόνο κάποιες στιγμές λάμπει το μαχαίρι της. Κι ύστερα σβήνει, άλλοτε μέσα στο χώμα, άλλοτε μέσα στον ουρανό κι άλλοτε μέσα στη φλέβα. Και μοιράζει τον καιρό και τον άνθρωπο με σοφή ισότητα. Για μια στιγμή συμβαίνει. Αλλά συμβαίνει, για πάντα. Όπως το γέλιο ενός παιδιού.

16 σχόλια:

dianathenes είπε...

Μερμηγκάκι μου καλό
να 'μαι κι εγώ εδώ
να σηκώσουμε χαρταετό
και μην περνά ούτε λεπτό
απ το έξυπνό σου το μυαλό
ότι πολύ δεν σ αγαπώωωωωω!

Διότι όταν γράφεις ενώνεις γη και ουρανό
σαν τον αποκριάτικο χαρταετό.

Αμόλα καλούμπα...

Black Swan είπε...

ΧΑΡΤΙ και σπάγγος, λίγο
καλάμι, ο αετός.
Φτερό ονείρου, χαρά παιδιού.
Μία του ύψους,
μία του βάθους,
ψυχής φτερούγισμα
ο αετός.

Πετούν μαζί σου
ελπίδες, όνειρα,
κελαηδισμοί, λουλούδια,
χρώματα, ιριδισμοί.

Μην τον αφήσεις
να χαμοσέρνεται,
φτιάξε τα "ζύγια" του,
κράτα γερά.
Κράτα "καλούμπα",
κοίτα στα ύψη, πέτα
μαζί του σαν τα πουλιά.

Κρατάτε όλοι, δώστε πνοή,
αντε και καλά Κουλουμα

wpleftyboy είπε...

μια οαση

επιτελους ενα ποιημα που καταλαβαινω

και να δεις που οπως το υποψιαζομαι ο ποιητης του ουτε καν δηλωνει ποητης

ατομαντ
αν καποτε αξιωθω να πολεμησω για κατι
που αξιζει θα ηθελα να σ'εχω διπλα να μ' ανεβαζεις με τους χαρταετους σου

σ' ευχαριστω φιλε που εφτιαξες τον αετο σημερα για να τον πεταξουμε και να χαμογελασουμε .

χαμίνι είπε...

Περιμένοντας μια πνοή του ανέμου, ένα σκίρτημα για ν’ απογειωθείς.
Κι ύστερα τι να σε τρομάξει; Κι η πτώση ακόμη μοιάζει περιπέτεια τρελή.
Ο ήχος του χαρτιού που τρεμουλιάζει, που αναδεύεται, που ανυπομονεί, τρελό παιγνίδι ψάχνοντας το φίλημα του αέρα, έρωτας για μια στιγμή.

Έρωτας που σκίζει, κουρελιάζει, ένα ρημάδι σκαρφαλωμένο σαν πουλί πάνω στα σύρματα, σ’ ένα κλαδί.

Ζωή! Να έχεις, έστω και για μια φορά μονάχα σηκωθεί, παρά να είσαι πάντα λαμπερός και όμορφος, χωρίς ψυχή.






Έτρεξα πολύ για να μην μείνει ταπεινωμένος ο αετός μου… Παρ’ όλη την προσπάθεια έγινε μόνο μια αρχή. Η συνέχεια την άλλη Κυριακή.

χαμίνι είπε...

Ξαναδιαβάζω: “Θέλω να πω ότι δεν υπάρχει χώρος να συμβεί τίποτε άλλο και όλα συμβαίνουν τώρα και εδώ.”

Σκέφτομαι: Αυτό που συμβαίνει είναι τώρα. Δεν υπάρχει τίποτε άλλο. Δεν υπάρχει χτες, δεν υπάρχει αύριο. Υπάρχει μόνο κάτι ανάμεσα στο τώρα και στο γεγονός που συμβαίνει. Αυτό που αποφασίζει τη μοίρα του γεγονότος. Δεν γνωρίζω αν αυτό το ενδιάμεσο είναι Θεός ή το πεπρωμένο. Δεν γνωρίζω αν η επιθυμία ή η άρνηση της επιθυμίας είναι τόσο δυνατή ώστε να δρα σαν καταλύτης για να τελείται το γεγονός. Η μόνη μου δυνατότητα είναι να δώσω ένα όνομα σ’αυτό που επεμβαίνει, σ’ αυτό που παρεμβάλλεται ανάμεσα σε μένα και στα γεγονότα που συμβαίνουν και μ’ αφορούν. Αλλά το όνομα δεν μ’ ενδιαφέρει. Πιο πολύ κι απ’ την κατανόηση της ύπαρξης ενός ανύπαρκτου, φαινομενικά, δεδομένου μ’ ενδιαφέρει να κατακτήσω τη δύναμη να χειρίζομαι αυτή την ενδιάμεση κατάσταση που είναι το κλειδί για την ύπαρξη του εδώ και τώρα.

Στο τίποτε δεν πιστεύω. Πουθενά και ποτέ δεν μπορεί να υπήρξε το τίποτε. Είναι μια εφεύρεση για να χειραγωγείται ή να καταστέλλεται η αντίληψη των πραγμάτων που δεν δυνάμεθα ή δεν επιθυμούμε να αποκαλύψουμε. Το τίποτε, όπως και το άπειρο είναι έννοιες ακατάληπτες για το πνεύμα που έχει ανάγκη να ορίζει το σκαλοπάτι που πατάει για να προχωρήσει στο επόμενο. Κάθε ερέθισμα προκαλεί μια αντίδραση. Και δεν υπάρχει χρονικό σημείο χωρίς ερέθισμα. Άρα ακόμη και η αδράνεια είναι αντίδραση. Συνεπώς και το τίποτε είναι μια κατάσταση που υφίσταται, άρα δεν είναι τίποτε, είναι κάτι…

Εδώ και τώρα λοιπόν υπάρχω, εδώ και τώρα υπάρχετε, εδώ και τώρα συμβαίνει ό,τι συμβαίνει. Πώς όμως; Γιατί; Και τι θα συμβεί όταν σταματήσω να υπάρχω;

Καλημέρα φίλοι μου!

dianathenes είπε...

Kαλημέρα!
Σας έχω στείλει μια προσκλησούλα εδω.

Ασπικ περαστικά!
( γιατί έχει γρίπη!)

aspic είπε...

Σε ένα παλιό μονόπρακτο του σακελλάριου γυρισμένο για το αξέχαστο θέατρο της δευτέρας στην τηλεόραση,μετά το τέλος του πολέμου ένας στρατιώτης επισκέπτεται ένα ζευγάρι ηλικιωμένων για να τους ανακοινώσει τα δυσάρεστα για τον συνάδελφό του και γυιό τους που σκοτώθηκε στο μέτωπο.
Καθώς μπαίνει στο σπίτι τους,βλέπει να είναι όλα στολισμένα και αυτοί,οι ηλικιωμένοι,χαρούμενοι και γελαστοί,να περιμένουν από μέρα σε μέρα το γυιό τους,απόλυτα σίγουροι για τον γυρισμό του.
Οπωσδήποτε ο στρατιώτης αισθάνεται πολύ άσχημα και διστάζει ακόμη να τους πεί το οτιδήποτε για τον θάνατο του γυιού τους.Όταν όμως η ηλικιωμένη γυναίκα πάει στην κουζίνα να φέρει γλυκό να τον φιλέψει, ο σύζυγός της βρίσκει την ευκαιρία να εκμυστηρευθεί στον στρατιώτη πώς εδώ και καιρό ξέρει την αλήθεια για τον χαμό του γυιού τους,αλλά παίζει όλο αυτό το παραμύθι για να μήν καταλάβει τίποτα η γυναίκα του,που δέν θα αντέξει την αλήθεια.
Για αυτό και τον παρακαλεί να μήν της πεί τίποτα.
Ο στρατιώτης ανακουφίζεται κατά κάποιο τρόπο αφού απαλλάσεται από αυτό τον δύσκολο ρόλο,θαυμάζοντας παράλληλα και τον πατέρα για το κουράγιο του.

Η μητέρα έρχεται με το γλυκό,το προσφέρει στον στρατιώτη και παρακαλεί τον άντρα της άν έχει την καλοσύνη να φέρει από την κουζίνα λίγο από το σπιτικό λικέρ γιατί αυτή το ξέχασε.
Καθώς φεύγει ο σύζυγός της,τότε εκμηστερεύεται γρήγορα και αυτή στο στρατιώτη,πώς ξέρει εδώ και καιρό ότι ο γυιός τους σκοτώθηκε αλλά παίζει όλο αυτό το παραμύθι για να μήν το καταλάβει και ο άντρας της που δέν θα αντέξει την αλήθεια.
Για αυτό τον παρακαλεί και αυτή με την σειρά της να μήν του πεί τίποτα.
Ο στρατιώτης κοιτάζει με θαυμασμό και την μητέρα για το κουράγιο της,αυτή την φορά όμως δέν νοιώθει καθόλου ανακουφισμένος.


Έρχεται και ο πατέρας με το λικέρ προσφέροντάς το στον στρατιώτη.
Αυτός πίνει μια γουλιά,τους κοιτάει που τον κοιτάνε, ξαναπίνει άλλη μία και αφήνει το ποτηράκι στο τραπέζι.
Πάει κάτι να πεί αλλά διστάζει.Παίρνει μιά βαθιά ανάσα,και ξαναπροσπαθεί.
"Ξέρετε ο γυιός σας είναι καλά.Χωρίσαμε στο τραίνο,μα όπου ναναι έρχεται σίγουρα",τους λέει.
Οι γονείς σηκώνονται και τον αγκαλιάζουν με θέρμη για το καλό μαντάτο,χτυπώντας του όμως ο καθένας την πλάτη με σημασία και τον αφήνουν να φύγει.





Λοιπόν,ο λόγος είναι νεκρός,ουσιαστικά δέν υπήρξε ποτέ.Απλώς οι άνθρωποι κάνουμε σάν να ζεί ανάμεσά μας για να μήν στενοχωρήσουμε ο ένας τον άλλο.
Ο λόγος δηλαδή,είναι το ψέμμα του.Το ψέμμα είναι η σχέσεις των ανθρώπων,και οι σχέσεις των ανθρώπων είναι η ανάγκη τους να πιστέψουν ότι ο λόγος ζεί.
Και επειδή εκτός από το χαμίνι,κανείςάλλος δέν πήρε σαφή θέση στο ζήτημα που προέκυψε,αλλά και επειδή από ότι διαπίστωσα στα προφίλ σας όλοι το αφαιρέσατε το υποβρύχιο σας ρωτάω:
Θέλετε να αποχαιρετιστούμε από το υποβρύχιο με ένα ψέμμα ή με μία αλήθεια;
Σάν ο λόγος να ζεί η σάν ο λόγος να πέθανε;
(Πάντα όμως με ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη βέβαια).
Άντε αποφασείστε επί της ουσίας μέχρι να φέρω......


























































....το λικέρ απο την κουζίνα για να πιούμε.

dianathenes είπε...

Πολύ επί της ουσίας η ιστορία σου Ασπικ αν και δεν θα έπρεπε να την συνδέεις με την αφαίρεση του Υποβρυχίου από τα προφιλ μας καθότι μόνο ο Μέρμηγκας κι εγώ το αφαιρέσαμε όπως αφαιρέσαμε και οποιοδήποτε άλλο λινκ είχαμε για προσωπικούς λόγους για τους οποίους δεν χρειάζεται να λογοδοτήσουμε!

Επί του θέματος λοιπόν έχω να πω κι εγώ μια ιστορία:

Κυρία ετοιμάζεται να ταξιδέψει με το αεροπλάνο. Καθώς περιμένει να ανοίξει η θύρα της πτήσης της κάθεται σε μια καρέκλα, ανοίγει την τσάντα της και βγάζει από μέσα ένα πακέτο μπισκότα. Το άκουμπάει στο τραπεζάκι δίπλα της, παίρνει ένα και αρχίζει να το τρώει.

Στην διπλανή καρέκλα κάθεται ομοίως ένας κύριος που περιμένει κι αυτός να επιβιβαστεί. Ξαφνικά απλώνει το χέρι του κι παίρνει και αυτός ένα μπισκότο από το πακέτο της κυρίας. Εκπληκτη εκείνη δεν μπορεί να πιστέψει αυτό που της συμβαίνει, δεν ξέρει πώς να αντιδράσει. Παίρνει σε λίγο το τρίτο μπισκότο και ο κύριος ατάραχος παίρνει το τέταρτο. Η κυρία τα χάνει εντελώς αλλά τι να κάνει....μιας και δεν της έχει ξανασυμβεί παρόμοιο πράγμα δεν λέει πάλι τίποτα αλλά από μέσα της είναι έξαλη. Παίρνει το πέμπτο μπισκότο και ο κύριος το έκτο. Μετά εκείνη το έβδομο και ο κύριος το όγδοο και πάντα η κυρία τρωει το μπισκότο της λοξοκοιτώντας τον κύριο και σκεπτόμενη τι να του πει αλλά την τελευταία στιγμή δεν λέει τίποτα αν και νιώθει μεγάλη αγανάκτηση και θυμό! Τελικά παίρνει και το ένατο μπισκότο, ο κύριος το δέκατο, η κυρία το ενδέκατο και στο πακέτο μένει το δωδέκατο και τελευταίο.

Ο κύριος τότε με μεγάλη φυσικότητα απλώνει το χέρι του, παίρνει το μπισκότο το κόβει στην μέση, βάζει το μισό στο στόμα του και αφήνει το υπόλοιπο μισό στο άδειο πια πακέο για την κυρία.

Εκείνη έχοντας πια μείνει ξέπνοη από το θράσος και την άνεση του κυρίου, τι να κάνει, ντρέπεται να κάνει οτιδήποτε οπότε παίρνει το μισό μπισκότο και σηκώνεται άρον άρον βράζοντας από αγανάκτηση να πάει προς την θύρα που έχει πάνω στην ώρα ανοίξει. Στριμώχνεται όλο φούρια στη σειρά, επιτέλους επιβιβάζεται, βρίσκει την θέση της στο αεροσκάφος τακτοποιείται επιτέλους σκασμένη από οργή και με τον κύριο και με τον εαυτό της που δεν μπόρεσε να τον βάλει στην θέση του, να διαμαρτυρυθεί τέλος πάντων ανοίγει την τσάντα της ν βγάλει το καθρεφτάκι της να κοιταχτεί όπως κάνουν οι γυναίκες όταν νιώθουν αναστατωμένες και.....



βλέπει μέσα.....










































το δικό της πακέτο με τα μπισκότα....






























άθικτο!

Υγ πράγμα που πάει να πει άσπικ


1. μπορούμε να αποφασίζουμε εμείς για το σε ποιον ανήκει ο λόγος που κατατέθηκε, θα κατατεθεί ή κατατίθεται αυτή την στιγμή που γράφω ΚΑΙ επομένως να αποφασίζουμε για το αν είναι νεκρός ή όχι;

Διότι αν η απάντηση που γράφω αυτή την στιγμή απορρέει από την ερώτηση του Ασπικ, πόσο μπορώ να είμαι σίγουρη ότι αυτό που γράφω δεν εκμαιεύτηκε από τις ανάγκες του άσπικ; Η, ακόμα χειρότερα πώς μπορώ να είμαι σίγουρη ότι η ερώτηση του άσπικ δεν εκμαιεύτηκε από τις ανάγκες τις δικές μου;

2.και αν υποτεθεί ότι κάποιος μπορεί να ορίσει σαν δικό του αυτό που γράφει τώρα, γράφτηκε ή θα γραφεί στο μέλλον, έτσι ώστε να κρίνει αν θέλει να συνεχίσει ή όχι , πώς μπορεί να αποφασίσει για το τι θα γίνει συλλογικά για τον λόγο των πολλών που γράφτηκε, θα γραφεί ή συνεχίζει να γράφεται αυτή την στιγμή που διαβάζετε αυτές τις γραμμές – γιατί και αυτό που σκέφτεστε αυτή την στιγμή ακόμα αν και δεν το εκφέρετε γραπτώς ποτέ, λόγος είναι.

Και αν αποχαιρετιστούμε ασπικ όπως λες υψώνοντας το ποτήρι με το λικέρ προς τιμή του λόγου που εκφέρθηκε μέχρι τώρα, τι θα γίνει με τον λόγο που θα συνεχίσει να υπάρχει ως μη εκφερόμενος στις σκέψεις μας; Με άλλα λόγια τι θα γίνει με την σιωπή μας. Καθότι και η σιωπή λόγος είναι . Και μάλιστα εκκωφαντικός. .....καθότι πολλάκις φορτισμένος με συναίσθημα...

Αντε στην υγειά μας!

aspic είπε...

Το συνηθίζεις διανάθενα για αυτό δέν σου λέω καμμιά χριστοπαναγία όπως θα έπρεπε,να μπερδεύεις τα θεωρητικά και τα γενικά που λέμε, με τα συγκεκριμένα και τα πρακτικά.
Έτσι λοιπόν,σάν νεκρό αναφέρομαι στον λόγο γενικώς,έτσι όπως τον έθεσε ο άτομαντ σε προηγούμενές τους απαντήσεις,και όχι σε εμάς εδώ στο υποβρύχιο και στον δικό μας λόγο (που ούτως ή άλλως νεκρός είναι και αυτός,σάν μέρος ενός νεκρού λογου).
Έτσι λοιπόν,άν διαφωνείς με τον νεκρό λόγο που έγραψα,προσπάθησε να το δείξεις θεωρητικά και γενικόλογα και όχι μέσα από μας εδώ.

Και επί του θέματος για μιά ακόμη φορά δέν είπες τίποτα.
Έπαψαν να σε ενοχλούν αυτά που σε ενοχλούσαν μέχρι πρίν λίγο;
Και στα προφίλ που μου είπες,μόνο εγώ έχω το υποβρύχιο ακόμη.
Όλοι οι άλλοι το βγάλατε.
Και άν εσείς εχετε προσωπικά που λές,και βγάζετε το υποβρύχιο από το προφίλ αλλά συνεχίζετε να γράφετε σε αυτό,τότε και εγώ έχω τα δικά μου προσωπικά και το αφήνω το υποβρύχιο στο προφίλ,αλλά σταματάω να γράφω σε αυτό.
Και μήν μου πείς ότι είμαι παράξενος και πειράζομαι με το παραμικρό.
Απλώς παίρνω αντιφατικά μυνήματα.
Δέν ξέρω τι θέλετε.
Εσύ άς πούμε,διαμαρτύρεσαι πώς σε προσβάλλω και ότι δέν είναι σωστή η συμπεριφορά μου απέναντί σου,και όταν σου λέω εντάξει να το συζητήσουμε,απαντάς μετά λίγο πολύ,τι να συζητήσουμε δέν υπάρχει κανένα θέμα.
Το λοιπόν,νομίζω πώς το υποβρύχιο έμεινε από καύσιμα.
Γενικότερα νομίζω πώς όλος ο χώρος των μπλόγκ έχει μείνει από κάτι.
Θα επανέλθω όμως στο θέμα γιατί νοιώθω πάλι να έχω πυρετό.
Πόσο θα κρατήσει αυτή η γρίππη φέτος ρε παναγία μου;
Εσύ ρε άτομαντ πόσο καιρό είσαι άρρωστος;
Άντε περαστικά μας.


















































Διανάθενα,άσε τα μπισκότα κάτω είναι δικά μου.
Τα μαζεύω να τα φάω όταν γίνω καλά.

dianathenes είπε...

Σιγά να μην προσπαθήσω κιόλας ασπικ να γράφω κατά παραγγελία αυτό που θέλεις. Ο,τι θέλω θα γράφω.

Και σιγά μην παίρνεις αντιφατικά μηνύματα! Ξέρεις ακριβώς τι με ενοχλεί και δεν πτοείσαι!Τι να συζητήσουμε επομένως;Τα έχουμε πει και ιδιωτικά, τα έχουμε πει και δημόσια.

Τα προφιλ είναι ιδιωτική μας υπόθεση.

Αυτά και αναμένω σχόλια στις 2 ιστορίες που κατατέθηκαν!

Black Swan είπε...

Καλημέρα και καλό μήνα.

Προχθές έφυγε και ο Πατέρας μου , που όπως όλοι οι ευφυείς άνθρωποι, ήταν καλόκαρδος.

Αυτό που εγώ ξέρω είναι ότι αυτό ίσχυε μόνο «επιφανειακά»
Γιατί δεν είναι όλοι οι ευφυείς αγαθοί στην καρδιά, απεναντίας οι περισσότεροι έχουν αντιληφθεί από νωρίς, χάρη στο πλεονέκτημά τους, ότι οι πάντες πρέπει να θεωρούνται υπεύθυνοι για το έγκλημα της ύπαρξης, κι αυτό τον γέμιζε τον Πατέρα μου πάντα με οργή.

ΥΓ1- Το προφίλ του Υποβρυχίου δεν το διέγραψα μόνος μου. Βγήκε αυτόματα όταν μετέτρεψα το προφίλ μου σε Blogger Beta. Ξέρει κανείς το τρόπο να το επαναφέρω;

ΥΓ2.- Εκείνο που μπορώ πια να σημειώσω μέσα από το Πένθος μου , είναι ότι εκείνος ο λόγος που ασκούσε την εποπτεία του εκάστοτε βαθμού γνησιότητας της ανθρώπινης κατάστασης, εκφυλίστηκε σε λογισμό των κανόνων. Οι περισσότεροι άνθρωποι, περιέργως, πιστεύουν ότι λόγος και λογισμός είναι ένα και το αυτό.

dianathenes είπε...

Μέρμηγκά μου τα θερμά μου συλλυπητήρια. Εύχομαι την εξ ύψους παρηγορία....

χαμίνι είπε...

Κυρ-Μέρμηγκα εύχομαι να μην θλίβεσαι και να μην πονάς. Γιατί είναι χαρά και ευτυχία να σε οδηγούν στη ζωή άνθρωποι που συνειδητά αποχωρίζονται το δικό τους λόγο ύπαρξης για να γίνουν οδηγοί ενός παιδιού. Εγώ, αν και μάνα, δεν το έχω καταφέρει και πολύ αμφιβάλλω αν ο εγωϊσμός μου θα κάνει ποτέ στην άκρη.

Είχα ρωτήσει κάποτε ένα "δάσκαλο". Πως γίνεται ένα παιδί να μεγαλώνει παιδιά; Είχε πει: Δεν ξέρω πως, αλλά γίνεται.

Οι γονείς μας ήταν (και ακόμη είναι για κάποιους από μας) προστάτες, φύλακες, δάσκαλοι, οδηγοί και υπεύθυνοι. Ούτε στο δαχτυλάκι τους δεν φτάνω κι ελπίζω πως οι αξίες τουλάχιστον κληρονομούνται.

Να τον θυμάσαι για να ζει για πάντα μέσα σου και δίπλα σου!

wpleftyboy είπε...

φιλε ατομαντ
τωρα μολις το διαβασα ...τα συλλυπητηρια μου

φαινεται οτι θα τον θυμασαι οπως αξιζει στους ανθρωπους να θυμουνται

και να τους θυμουνται

η καλη μνημη ειναι οτι μας απομενει

και ειμαι σιγουρος (κι ας μη σε ξερω) οτι τη διαθετεις

σου ευχομαι (και κατα καποιον μυστηριο τροπο ειμαι σιγουρος και γι αυτο) να τη διαθετουν και τα δικα σου παιδια

ο λογος (τουλαχιστον ο δικος μου δυστυχως) που λετε ,ειναι πολυ λιγος μπροστα στο θανατο και στη ζωη

νοιωθω οτι μια μακρα ευγλωττη σιωπη και μια δυνατη χειραψια ειναι πολυ δυνατοτερη

μια γουλια αλκοολ στη μνημη ολων των πατεραδων και των μαναδων και των παιδιων του κοσμου ειναι πολυ δυνατοτερη

μια ματια ειναι σιγουρα δυνατοτερη

ο λογος δε ζει μεσα στα λογια μας

ο λογος ζει μεσα στις ματιες στα αγγιγματα και στις πραξεις μας χωρις την αναγκη να φαινεται μεσα απο λεξεις και ...προφιλ




και το δικο μου προφιλ τα τιναξε οταν πειρματιζομενος αλλαξα στο μπετα2 ή κατι τετοιο

αλλα ποιος διαολος νοιαζεται για το προφιλ μου οταν διαθετω τετοιο γαμημενο ανφας

κοιταξτε με

η φθορα ειναι τοσο εμφανης που κανενα προφιλ δε θα εδειχνε τιποτα παραπανω

Black Swan είπε...

Ευχαριστώ Υποβρύχιοι φίλοι μου

ΛΥΠΑΜΑΙ που ήθελα εδώ να γράψω για ένα θάνατο και επιμένω στο ρήμα ήθελα , αφού δεν με υποχρεώνει κάποιος, αλλά με σπρώχνει η αγάπη μου για την ανασύσταση του κενού που πρέπει να αντιμετωπίσω.
Προτιμώ να οπλοφορώ τις λέξεις μου, που με πηγαίνουν πέρα από τους θανάτους που θέλουν να μου επιβάλουν. Λυπάμαι όμως επειδή συνέβη. Και χαίρομαι μ' εκείνη την βαθιά λυπημένη χαρά, τη γεμάτη σεβάσμια σιωπή, όπως παλιό κειμήλιο στο σκοτάδι, ν' ανακαλύπτω ότι για μένα αυτό είναι το σημαίνον.

ΥΓ . Και να το γιατί . Γιατί σου λένε πως όταν φεύγεις για πάντα, δεν παίρνεις τίποτε μαζί σου. Λάθος.
Παίρνεις την πιο ακριβή περιουσία μαζί σου: τις λέξεις.
Τον τρόπο που τις εκφέρεις.
Τον ήχο από ένα παλιό καλοκαίρι στη Χιο ή από τον καλπασμό ενός αλόγου στα κράσπεδα της μοναξιάς, που μπορεί να γίνει ποίημα.
Παίρνεις μαζί σου τον μοναδικό τρόπο που έχεις να συντάσσεις τις λέξεις μεταξύ τους, ώστε να προκύπτει αισθητική, δηλαδή, γνώση συγκινημένη.
Παίρνεις, με άλλα λόγια, μαζί σου ένα κομμάτι ελευθερίας που χρειάζεται κόπος
και οδύνη και επράγματη άρθρωση για να το ανακτήσεις, αν ποτέ το
ανακτήσεις. Μονάχος. Στην αέναη διελκυστίνδα μαζί με τους άλλους.

Τι είναι τώρα ο πατέρας μου, αναρωτιέμαι.
Μια ανάσα που σταμάτησε, κάποια ημερομηνία, στα χαράματα του κόσμου.
Τίποτε άλλο.
Μια ανάσα.
Τίποτε λιγότερο, από έναν ολόκληρο κόσμο.
Ένα σύμπαν που κατέληξε σ' ένα απλό φτερούγισμα.
Ξέρω πια πως πέθανε στ' αλήθεια. Έτσι ακριβώς όπως πεθαίνουνε όλοι όσοι έχουνε ζήσει στ' αλήθεια. Δηλαδή, με τον "καημό του υπάρχειν".
Κι όλα τα άλλα περί πλήρους ημερών είναι κακομοίρικα ψέματα για να
πέσει στάχτη στα μάτια και χώμα στις λέξεις.
Αλλά θέλω να μείνει το βλέμμα καθαρό στη ζωή και στο θάνατο.
Λαγαρό στον "καημό του υπάρχειν". Ίσως έτσι μπορέσω να παρηγορηθώ.
Για να παρηγορήσω το υπάρχειν.

Ξέροντας, βέβαια, πως είναι απαρηγόρητο.

wpleftyboy είπε...

ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΑ ΚΑΤΑΦΕΡΑ ΝΑ ΔΙΟΡΘΩΣΩ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΦΙΛ ΜΟΥ

για να δω τωρα πως θα βαλω και το υποβρυχιο μεσα , να μη μου τη λεει ο ασπικ