Πέμπτη, Νοεμβρίου 16, 2006

Η Συνέντευξη.

«Ηταν μια ευτυχισμένη εποχή όπου κυνηγούσαν μαζί.Τους άρεσε να ζώνονται το τουφέκι και να στήνουν ενέδρα στο ελάφι. Σαν ξεπρόβαλε από την άχλη του δάσους -για μια απειροελάχιστη στιγμή- το δάκτυλο καθυστερούσε στην σκανδάλη. Μετά ηδονικά την πίεζε και η σφαίρα έτρεχε αφήνοντας στον αέρα την θανατηφόρα της βοή. Το τύλιγαν σε μια κουβέρτα και άνοιγαν ένα μπουκάλι καλό κρασί.

Μετά οι σφαίρες άλλαξαν πορεία. Βρέθηκαν όλοι μαζί να κυνηγούν ανθρώπους. Τώρα δεν είχαν τουφέκι. Είχαν όπλα που έβγαζαν φωτιά. Τις ενέδρες τώρα τις είχαν στήσει άλλοι γι αυτούς. Αν τους σκότωναν δεν θα τους τύλιγαν σε κουβέρτα. Αν τους έβρισκαν ζωντανούς στην ενέδρα θα τους ανάγκαζαν να παίξουν ρωσική ρουλέτα. Τραβούσαν τότε την σκανδάλη κι η σφαίρα έφευγε αφήνοντας στον νου την θανατηφόρα της βοή.

Υστερα ο πόλεμος τελείωσε και γύρισαν πίσω.
Τίποτα δεν ήταν όπως πρώτα.
Το τουφέκι έστεκε.
Η γυναίκα έκλαιγε.
Ο φίλος σιωπούσε.
Το μυαλό δεν ήθελε να γυρίσει πίσω.

Μετρήθηκαν. Ηταν όλοι απόντες, είπαν.
Επρεπε να πάνε πίσω να κουβαλήσουν το μυαλό τους.
Οι άλλοι είπαν ότι θα ζούσαν έτσι. Με όσο κορμί τούς είχε απομείνει.
Ενας είπε ότι θα πήγαινε πίσω όχι για τον ίδιο αλλά για τον άλλο, τον φίλο που είχε μείνει «εκεί». Για το μυαλό του δεν τον ένοιαζε, είπε.

Τον έψαξε παντού. Τον βρήκε να παίζει μέσα στους καπνούς. Είχε τα μάτια δεμένα κάτω από μια χαμηλή λάμπα. Ενα γύρω στο τραπέζι, κλοιός ανθρώπων που στοιχημάτιζαν. Πάνω στο τραπέζι ένας σωρός ζεστά χαρτονομίσματα. Και το πιστόλι.

Του είπε ότι είχε επιστρέψει «εκεί» για να τον πάρει μαζί του. Το είπε πολλές φορές. Είπε το όνομά του. Φώναξε το δικό του. Ηταν τόσο κίτρινος! Τα χέρια του ήταν ακόμα κομψά. Τα νύχια περιποιημένα και φορούσε άσπρο πουκάμισο.

Νόμισε ότι τον άκουσε . Χάθηκε προς στιγμή η παγωμένη έκφραση αλλά μετά σήκωσε πάλι το πιστόλι στον κρόταφο.

Ηλπισε ότι θα ακουστεί το κλικ. Αλλά όχι ήταν η σφαίρα».

Τον συνάντησα όταν ήταν πια πολύ γέρος. Από το όμορφο κορμί δεν είχε σχεδόν τίποτα διασωθεί. Από το μυαλό όλα είχαν σωθεί.

Τον ρώτησα γιατί είχε επιστρέψει «εκεί». -Τον αγαπούσες τόσο πολύ, επέμενα.
Είπε ότι τον αγαπούσε πολύ. Η φωνή του έτρεμε λίγο. Μετά σήκωσε το χέρι και είπε: γιατί να σου πω ψέματα; Αν πρόκειται κάποιον να κοροϊδέψω, είναι ο εαυτός μου.





Σε ελεύθερη μεταφορά από τον «Ελαφοκυνηγό».

7 σχόλια:

aspic είπε...

Το μεγάλο προιστορικό ιρλανδικό ζαρκάδι ύψους τριών μέτρων δέν χαμπάριασε τίποτα από το χτύπημα με το κλαδί που του κατάφερε στα πλευρά ο πρωτόγονος.
Γυρίζει και τον κοιτάζει,κοιτάζει και το σπασμένο ξύλο κάτω,κατεβάζει το κεφάλι και τον παίρνει στο κυνήγι.
Μαζί καμμιά δεκαριά νεατερντάλιοι ακόμη,πετάνε τα κλαριά που κρατουσαν και το βάζουν στα ποδια.Μπροστά αυτοί,πίσω ένα κοπάδι ζαρκάδια,μαζί και κάτι βίσωνες να τους κυνηγούν,και πιο πίσω το συνεργείο.

Ένας κεραυνός που πέφτει όμως βάζει φωτιά σε κάτι χαμόκλαδα.Τα ζώα κοντοστέκονται φοβισμένα και γυρίζουν πισω.Οι νεατερντάλιοι την ψιλιάζονται την δουλειά,παίρνουν απο μιά καιόμενη κλάρα ο καθένας και τα παίρνουν στο κυνήγι.
Το παιδί βάζει τα πόδια κόντρα στις ράγες για να κρατήσει το βαγονέτο και μετά πάει από την άλλη πλευρά και αρχίζει να σπρώχνει πρός τα πίσω,ενώ ο τεχνικός παραμένει ασάλευτος πάνω, πίσω απο την μηχανή.

Καθώς αρχίζουν να τρέχουν οι πρωτόγονοι, με σκοπό να στριμώξουν τα ζώα στο γκρεμό μήπως πέσει κανένα και σκοτωθεί να το φάνε,σβήνουν οι φλόγες από τον αέρα.
Τα ζώα το αντιλαμβάνονται,γυρίζουν πίσω και τους παίρνουν εκ νέου στο κυνήγι.
Πανικόβλητοι οι πρωτόγονοι πετάνε τα σβησμένα χαμόκλαδα και τρέχουν στις σπηλιές να σωθούν,προσπαθώντας να κουβαλήσουν μαζί και τους τρυπημένους ποδοπατημένους συντρόφους τους από τα προιστορικά ζώα.
Σε ένα πεταμένο χαμόκλαδο όμως, γαντζώνεται ένα από τα καλώδια και βγαίνει απο την μηχανή.

Όταν φθάνουν στις σπηλιές τα θυληκά είναι εκνευρισμένα.Όχι μόνο δέν έφεραν φαγητό να ταίσουν τα παιδιά,αλλά είναι πολλοί απο αυτούς και τραυματίες και θα πρέπει να τους φροντίσουν.Πάλι καλά τουλάχιστον που έφεραν την φωτιά που μόλις ανακάλυψαν και θα ζεσταθούν.

Ανάμεσα στα αρσενικα ξεσπάει καυγάς με φωνές και ουρλιαχτά,καθώς ο ένας τα φορτώνει στον άλλο,που απέτυχε το κυνήγι.
Έντονες λογομαχίες κυριαρχούν ανάμεσα στους άνδρες του συνεργείου,για το ποιός φταίει που βγήκε το καλώδιο και χάσαν τα καλύτερα πλάνα.Πάλι καλά όμως που υπήρχαν και οι κινητές κάμερες και γλυτώσαν κάποια.Ένας ακούει στωικά την γυναίκα του από το κινητό,που του λέει να ζητήσει επιτέλους αύξηση και υπερωρίες.Δέν μπορεί να τρέχει μέσα στα χιονισμένα βουνά και να παίρνει τον βασικό.Ούτε το φροντιστήριο των παιδιών δέν μπορούν να πληρώσουν με αυτά τα λεφτά.

Εν τω μεταξύ,καθώς τσακώνονται οι νεατερνταλιοι,ένας απο τους τραυματίες που είχε αλλειφτεί με ρετσίνι για να του γιάνουν οι πληγές,σπρώχνεται κατά λάθος στη φωτιά.
Λαμπαδιάζει αμέσως.
Ένας από αυτούς τότε ουρλιάζει θριαμβευτικά.Παίρνει ένα κλαδί το αλλείφει με ρετσίνι και βγαίνει έξω.
Από πίσω του πάν και οι άλλοι.
Ένας τεχνικός,θριαμβευτικά και αυτός,προτείνει να χρησιμοποιήσουν βίσμα με σπυράλ στη μηχανή για να μήν την ξαναπατήσουν με το καλώδιο.
Βγαίνουν έξω και ακολουθούν τους νεατερντάλιους,καθώς ένας ζητάει αύξηση από το αφεντικό,παίρνοντας την απάντηση πώς δέν είναι τώρα ώρα για τέτοιες συζητήσεις.

Μπροστά τα ζαρκάδια και οι βίσωνες,πίσω οι νεατερντάλιοι με τις ρετσινοφωτιές και πιο πίσω το συνεργείο με τα σπυράλ βίσματα.
Έχουν φτάσει κοντά στο γκρεμό και όλα δείχνουν πώς θα τα καταφέρουν αυτή τη φορά,όταν πιάνει ξαφνικά βροχή.Τα ρετσινόκλαδα σβήνουν,τα ζώα σταματάνε και γυρίζουν πίσω παίρνοντας εκ νέου για τρίτη φορά στο κυνήγι τους ταλαίπωρους προιστορικούς ανθρωπίδες.
Το συνεργείο γυρνάει και αυτό,προσπαθώντας να προστατέψει τις κάμερες απο την βροχή.
Επικρατεί πανικός.Τα ζώα ξεκοιλιάζουν ακόμη περισσότερους.Οι κάμερες και τα μικρόφωνα γίνονται μουσκίδι.

Γυρνάνε όλοι κουρασμένοι και απελπισμένοι στις σπηλιές.Οι γυναίκες είναι έξαλλες.Τα παιδιά πεινάνε και κλαίνε.Οι τραυματίες είναι πολλοί.Τα πλάνα είναι όλα καμένα και δυό κάμερες κατεστραμένες απο τη βροχή.Γίνεται πανδαιμόνιο και καυγάς μεγάλος.
Τα θηλυκά απειλούν πώς θα τους πετάξουν έξω στον χιονιά να τους φάνε οι λύκοι τέτοιοι ανίκανοι που είναι.
Όχι μόνο αύξηση δέν θα πάρετε,ουρλιάζει ο παραγωγός,αλλά θα πληρώσετε και τις πανάκριβες κάμερες απο τη τσέπη σας.
Μα η βροχή ήταν εκτός σεναρίου,ψελλίζει ο σκηνοθέτης.Μαζί του συμφωνεί όλο το συνεργείο,κοντά και οι νεατερνταλιοι.

Τα παιδιά πρέπει να φάνε.
Οι τρείς απο τους ανθρωπίδες που είναι ακόμη γεροί,ο μόγκης,ο τόγκης και ο λόγκης,βγαίνουν έξω στο χιονιά αποφασισμένοι έτσι όπως ήλθαν τα πράγματα,να σκοτώσουν επιτέλους ένα τεράστιο ζώο και να αφήσουν τις μαγκιές με τις φωτιές.
Τρείς καμεραμέν,ο μάκης,ο τακης και ο λάκης,μαζί με τα παιδιά με τα καλώδια ακολουθούν και αυτοί με τις κινητές κάμερες στην πλάτη,αποφασισμένοι εκ των πραγμάτων να φέρουν πλάνα και να αφήσουν τις μαγκιές με τα βαγονέτα.

Τα μυτερά ξύλα που προσπαθουν να χώσουν στην κοιλιά των ζώων,είναι πολύ ανίσχυρα και σπανε.
Τα ζώα τώρα τους έχουν κυκλώσει και αρχίζουν να τους κουτουλάνε απο παντού.
Οι κάμερες μέσα στον πανικό,μπερδεύονται η μία στα καλώδια της άλλης,και χάνουν τα περισσότερα πλάνα.
Και εκεί που ήταν όλα χαμένα,ξαφνικά τα ζώα αρχίζουν να παραπαίουν και να σωριάζονται κάτω νεκρά,τρυπημένα από πανίσχυρα δόρατα με αιχμή απο σκληρά κέρατα.
Ο άνθρωπος,ο χόμο σάπιενς μόλις έχει κάνει την εμφανισή του.
Η επιβίωση του νεατερνταλιου δέν έχει καμμιά τύχη.
Πίσω απο τον σάπιενς εμφανίζονται και οι γερανοί του μπιμπισι με τους κλωβούς που μέσα έχουν τις υπερσύγχρονες πανοραμικές κάμερες.
Οι ερασιτέχνες κινηματογραφιστές της ετ δέν θα έχουν καμμιά τύχη και αυτοί.

Ο καλεσμένος του αγγλικού καναλιού,ο ιάπωνας ανθρωπολόγος αβραάμ λίλκολν,απαντάει στην επίμονη ερώτηση της αγγλίδας παρουσιάστριας εβίτα περόν:"ναι τους αγαπάμε πολύ τους πρωτόγονους για αυτο τους ακολουθούμε". Μετά σήκωσε το χέρι και συνέχισε: "Κάθε μεσημέρι που προσεύχομαι στραμμένος στη μέκα,σκέφτομαι πώς άν λέγαμε πώς δέν μας ενδιαφέρουν οι ρίζες μας θα ήταν ψέμματα και θα κοροιδεύαμε τον θεό".

Ο μακρινος του απόγονος όμως,επίσης ανθρωπολόγος μόγκ,θα απαντήσει σε ανάλογη ερώτηση της αγγλίδας παρουσιάστριας νόγκ μετά απο διακόσιες χιλιάδες χρόνια: "Τα ευρήματα δείχνουν ότι οι νεατερντάλιοι ζούσαν σε σπηλιές,και εξαφανίστηκαν γιατί οι κινηματογραφικές τους μηχανές δέν ήταν τόσο γερές για να σκοτώσουν τους βίσωνες"Μετά θα σηκώσει το χέρι ψηλά και θα συνεχίσει:"Από τότε όμως που έχουμε να ταίσουμε πιά τα παιδιά μας δέν υπάρχει λόγος να αγαπάμε και να ακολουθούμε κανέναν από αυτούς".


Ελεύθερη μεταφορά επίσης, απο ντοκυμανταίρ του σκάι.


































Στις πρώτες τάξεις του γυμνασίου και πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης,κάναμε κοπάνα μπαίναμε στο λεωφορείο του κτελ και ερχόμασταν στο πολυτεχνείο.
Είχαν περάσει λίγα χρόνια απο τα γεγονότα και το όλο σκηνικό ήταν ακόμη πολυ ζωντανό και παλλόμενο.
Αυτό που μου κάνει εντύπωση όμως σήμερα,είναι ότι μετά τόσα χρόνια,δέν θυμάμαι έντονα ούτε τον κόσμο,ούτε την ατμόσφαιρα που επικρατούσε τότε,αλλά το κόκκινο κουμπί της αυτόματης κόντακ που έπαιρνα μαζί μου.
Χρίτσ χράτσ....κλίκ.
Τι μένει στην μνήμη τελικά!!!

Black Swan είπε...

Για την 17 Νοεμβρη

Η μνημη Ασπικ μπορεί να χρησιμεύσει σαν φάρμακο· για τη (γερασμένη) ανθρωπότητα αποτελεί κατάρα.

Αυτό επειδή η ευτυχία είναι υπόθεση προσωπική, έστω κι αν πρέπει να παραβλέψουμε ότι διαρκεί μόνον για ένα δευτερόλεπτο.
Ομως δεν υπάρχει ευτυχισμένη ανθρωπότητα, ευτυχισμένο πλήθος. Ιδιωτικά, αυτό το κύμα της γαλήνιας επίγνωσης, η στιγμή εκείνη της ευτυχίας, που έρχεται ως αποτέλεσμα εσωτερικής διδαχής, διδάσκει επίσης η ίδια τον άνθρωπο να κατανοεί την αδυναμία του κι έτσι ο άνθρωπος μαθαίνει πως η μνήμη δεν αποτελεί αποθεματικό, αλλά, αντίθετα, τον τόπο μιας ριζικής νοσταλγίας, τον ίλιγγο ενός ελλείμματος που οι εποχές εικονογραφούν με αλλεπάλληλα στρώματα σημασίας.

Ασφαλώς, η ανθρωπότητα, ως συλλογικό υποκείμενο, αδυνατεί να αξιοποιήσει μια τέτοια πείρα, αφού δεν είναι ικανή να αναλογιστεί το κακό σαν αφορμή πένθους, οπότε η μνήμη της παραμένει λογιστική. Εχει λοιπόν την ευχέρεια, όσο και την τάση, να προβαίνει σε παραγραφή χρεών.


«Τι μού συνέβη όταν ζούσα μεσα απο την πυλη στις 17 Νοεμβρη;» αναρωτιέται ο Μερμηγκας στις Γραμμές της Μοίρας.

«Δεν θυμάμαι. Αυτό είναι ο θάνατος».

Είμαστε όλοι νεκροί μέσα στον ωκεανό του θεάματος.

Το συλλογικό υποκείμενο βιάζεται υπερβολικά. Θέλει να σαρώσει τα πάντα, σπρώχνει και το σπρώχνουν προς τα εκεί απ' όπου δεν υπάρχει επιστροφή, ελπίζοντας, και με το δίκιο του, ότι όσο πιο γρήγορα προχωράς τόσο πιο λίγο θα σκέφτεσαι, τόσο πιο ανώδυνες θα είναι οι πληγές.
Σπασμωδικό σέρφινγκ πάνω στην ίδια του τη συναισθηματική θωράκιση, απαστράπτουσα και λεία, όπου τα γεγονότα σβήνουν αυθημερόν. Πανικόβλητη και συνάμα σε κατάσταση μακαριότητας, μ' έναν πρωτοφανή τρόπο, η ανθρωπότητα καταγράφει τη ζωή της, κινηματογραφεί, μαγνητοσκοπεί, φωτογραφίζει και προβάλλει.

Της διαφεύγει ότι, αν καταγράφει τα πάντα, δεν είναι για να τα θυμάται αλλά για να μπορεί να τα ξεχνάει.

Τα αρχεία είναι η μνήμη εκείνων που δεν έχουν δική τους.

Ετσι, η λήθη, όπως την έλεγαν κάποτε, έπαψε να θεωρείται ασθένεια και έγινε τρόπος ύπαρξης της οικουμένης μέσα στο σύνολο των προσομοιωμένων συμβάντων.

Αυτά, αν δεν έχουν νόημα, πιστέψτε με, είναι επειδή το νόημα εκείνο υπήρξε επώδυνο.




ΥΓ.Τα παραπάνω εξηγούν για τον μερμηγκα την αμηχανία και τη νευρικότητα που κυριεύει την αριστερά, αν υποθέσουμε ότι υπάρχει ακόμη κάτι τέτοιο, όταν έρχεται αντιμέτωπη με το δίλημμα της ιστορικής λησμονιάς.

Τι να κάνει;

Να συμφιλιωθεί ξεχνώντας;

Να συνεχίσει να θυμάται, αντιστεκόμενη;

Και τα δύο με τον κακό τρόπο, με τον τρόπο της ανθρωπότητας, όχι μ' εκείνον του ανθρώπου.

Προτιμάει να θυμάται χαμένες δόξες λες και αυτές ισχύουν ακόμη θεωρητικά, ως κάτι απρόσβλητο από τη διάψευση. Ή να ξεχνάει με την ευκολία του νευρωσικού που παραμένει ισοβίως παιδί, σ' ένα πλαστό παρόν, εντελώς ανεκπαίδευτη στον αποχαιρετισμό, αλλεργική στην ιδέα του φθινοπώρου.

Κάποια ταινία της σειράς, απ' την οποία συγκρατώ μόνο την αίσθηση του μαύρου χιούμορ, παρουσιάζει μια γυναίκα να ρωτάει έναν γνωστό της σχετικά με τον πατέρα του. «Εχει πεθάνει», ομολογεί αυτός, «εδώ και τέσσερα χρόνια... Αλλά δεν το ξέρει. Δεν του το έχουμε πει ακόμη... Καταλαβαίνεις, δεν θα ήθελα να το μάθει από μένα...».

Αυτός ο νεκρός πατέρας είναι ο Αριστερός Λόγος.

Αν δεν του το έχουν πει ακόμη τα παιδιά του είναι επειδή δεν πρόκειται να τα ακούσει.

dianathenes είπε...

....και η ακόμα πιο μακρινή τους απόγονος, ιστολόγος διαδήθενα, μετά από ένα ολόκληρο σαββατοκύριακο περισυλλογής, θα τους πάρει στις τακουνιές!!!
Μετά θα σηκώσει το χέρι της και θα ρωτήσει: ρε, τι μου τσαμπουνάτε εδώ για προιστορικά ζαρκάδια και αριστερούς λόγους; Εδώ έχουμε να ταίσουμε τα παιδάκια μας. Επί του θέματος αυτού έχετε κάτι να πείτε; Οχι, λιέω, γιατί ο άνθρωπος με την μηχανή χριτσ χρατσ κλικ κάτι έλεγε περί σύνδεσης των θεμάτων. Κλικ κλικ. Γμτ δεν κουμπώνει....

dianathenes είπε...

υγ άλλαξα τη ρύθμιση στα σχόλια για να φαίνεται η μέρα και όχι μόνο η ώρα ...νομίζω διευκολύνει περισσότερο όταν τα σχόλια είναι πολλά.

dianathenes είπε...

Βάζω εδώ ένα πολύ παλιό κείμενο για να γίνει πιο κατανοητό αυτό που θέλω να πω. Καμιά φορά γράφουμε χωρίς να έχουμε ακόμη καθορίσει την ιδέα που μας τριβελίζει.....


«To ελάφι έχει μεγάλα μάτια γεμάτα μελαγχολία.
Η κόρη τους έχει το βάθος των κρυστάλλινων πηγών
και την αθωότητα των απάτητων μονοπατιών.
Δε κοιμάται σχεδόν ποτέ.
Στέκει μόνο του στην άκρη του δάσους,
δίπλα σε μια κουφάλα δένδρου ή σ ένα ξέφωτο
με τεντωμένο λαιμό.
Δε μπορείς να το πλησιάσεις από κοντά,
όσο κι αλαφροπάτητος κι αν είσαι.
Με τον παραμικρό θόρυβο ξεχύνεται στη πεδιάδα,
γιατί του αρέσει η άνεση και η ελευθερία.

Λένε ότι κάποτε, όταν τα ζώα έπρεπε να διαλέξουν αρχηγό, παρουσιάστηκαν δύο υποψήφιοι:το ελάφι και το λιοντάρι.

Τα ζώα τότε τους ζήτησαν να πουν με ποιο τρόπο θα διοικούσαν.
Το ελάφι είπε ότι με τα κέρατά του, μπορούσε ν ανιχνεύει κάθε είδους κίνδυνο και ότι με τα γρήγορα πόδια του, μπορούσε να πηδάει πάνω κι από τις πιο ψηλές παγίδες και ν αφήνει πίσω του πολλά μέτρα, όλους τους επίδοξους εχθρούς του.
Κατά τη γνώμη του, αυτό θα έπρεπε να διδαχθούν όλα τα ζώα του δάσους.

Το λιοντάρι γέλασε. Δεν αρκούσε ν αγνοεί κανείς τους ενοχλητικούς μα να τους εξοντώνει, απ΄ όπου κι αν προέρχονταν. Έτσι μπορείς εύκολα να εξασφαλίσεις το ζωτικό σου χώρο και να επιστρέψεις ήσυχα στον ύπνο σου. Με τη πλούσια χαίτη του, μπορούσε να υπνωτίζει κάθε εχθρό του. Με τη βαριά παλάμη του ποδιού του, μπορούσε έπειτα να τον λιώσει δίχως δυσκολία. Κατά τη γνώμη του αυτό θα έπρεπε να διδαχθούν όλα τα ζώα του δάσους.

Τα ζώα διάλεξαν το λιοντάρι . Από τότε πολλά ζώα το έχουν μετανιώσει».






Είναι οι 2 επιλογές στη ζωή.
Παρόλο που όλοι είμαστε κατά βάθος λιοντάρια μερικοί επιλέγουμε να γίνουμε ελάφια.

( όχι ότι ποτέ δεν φερθήκαμε σαν λιοντάρια. Ολο και κάποιο ποδαράκι θα άρπαξαν τα δόντια μας....)

Κάποια στιγμή στη ζωή μας εμφανίζεται όμως ένας «δημοσιογράφος» που μας ζητά επίμονα μια συνέντευξη.

Γιατί επιλέξαμε να είμαστε ελάφια και αν γυρίσαμε μια φορά τουλάχιστον στο δάσος να πάρουμε από «εκεί» έναν αγαπημένο φίλο. Δεν του φτάνει μόνο η δική μας επιλογή. Πρέπει να νοιαζόμαστε και για τους φίλους, υποστηρίζει. Ειδεμή δεν είμαστε ελάφια. Είμαστε δειλά λιοντάρια.

Τώρα τι να του απαντήσεις του αλητήριου!!!

Εσείς τι θα του απαντούσατε;
Εκτός αν φοβόσαστε να του δώσετε την συνέντευξη.....

Υγ και ακόμα στο πιο αγαπημένο σας πρόσωπο, το παιδί σας ή ένα νέο παιδί που αγαπάτε τι θα το συμβουλεύατε να επιλέξει στη ζωή του: το ελάφι ή το λιοντάρι;
Αυτό ίσως συνδέεται με το ποστ του λέφτυ όπου ο παππούς μαθαίνει στον εγγονό να κυνηγά....

wpleftyboy είπε...

diana

(περιεργη συμπτωση το ονομα σου)

παρολα οσα λεω κατα καιρους εδω και αλλου

ακομα δεν εχω καταφερει να αποφασισω

ασυνειδητα ισως υπηρξα κι εγω λιονταρι

(δεχομαι τους συμβολισμους οπως τους βαζεις εσυ γιατι αν αρχισω και λεω τα δικα μου θα μας την πει παλι ο ατομαντ και τι να του απαντησεις )

αλλα βαθια μεσα μου οχι μονο ειμαι ελαφι αλλα ειμαι και ελαφι μεχρι χαζαμαρας

απο αυτα τα ελαφια που ευχαριστως θα προσεφεραν τον κωλο τους στον κυνηγο για να σωθουν τα αλλα ζωακια

ωστοσο ακομα δεν μπορεσα ν'αποφασισω
τι θα πω στα παιδια μου ...

και μαλλον δε θα χρειαστει να πω τιποτα ποτε ...αυτα βλεπουν και μαθαινουν απο μονα τους

(για να πω και λιγο απ τα δικα μου τωρα...ειμαστε σιγουροι οτι αν ειμαστε ολοι ελαφια ολα ειναι οκ ?)

wpleftyboy είπε...

και για να καταλαβεις

δες μια αλλη αγαπημενη ταινια

deliverance (παιζει κι ο γιον βοϊτ και ειναι πανω κατω της ιδιας εποχης )
ελληνικος τιτλος "οταν ξεσπασε η βια".

πανε σ'ενα βιντεο κλαμπ και ζητησε την

αν δεν την εχει πανε σε αλλο κ.ο.κ.
δες την ομως οπωσδηποτε .