Τρίτη, Ιουλίου 25, 2006

Στροφές

Οι στροφές έχουν πάντα μια γοητεία μαγευτική. Καμιά ευθεία δεν δύναται να την συναγωνιστεί. Ακόμη κι όταν στην έξοδο κρύβουν τον πιο θανάσιμο κίνδυνο…

Πως θα ήταν ένα ταξίδι χωρίς στροφές; Μια απέραντη ευθεία που τίποτε δεν ξυπνάει το βλέμμα, τίποτε κρυμμένο, όλα μπροστά στα μάτια μας να κυλάνε, τοπία να εναλλάσσονται ομαλά, χωρίς εκπλήξεις, χωρίς η καρδιά να χτυπά λίγο πιο γρήγορα, χωρίς καν προσπάθεια να κρατήσεις λίγο πιο σφιχτά το τιμόνι, να δώσει ο εγκέφαλος εντολή να συγχρονιστούν τα χέρια, τα πόδια, τα μάτια, να περάσει η εντολή στις ρόδες, αυτές να ξαφνιαστούν, να αντισταθούν, και ο δρόμος να τελειώνει και ν’ απαιτεί εγρήγορση, απόφαση, δράση, ενέργεια, διόρθωση…

Και ταυτόχρονα να περνάνε αστραπιαία απ’ το νου όλα τα πιθανά ενδεχόμενα…
Να βρίσκεσαι στο γκρεμό, να σε αναζητάνε, να σε πενθούν, να μην υπάρχεις πια, πουθενά και για κανέναν.

Και ο εγκέφαλος να παίρνει φωτιά, να ανεβάζει στροφές, να ουρλιάζει παραγγέλματα, να χύνονται ορμόνες στο αίμα… Να υπακούν οι μύες, τα νεύρα, τα χέρια να πιέζουν τις ρόδες να πειθαρχήσουν… Κι ύστερα όλα να επανέρχονται στο φυσιολογικό. Να πέφτουν οι παλμοί, να χαλαρώνουν οι μύες, να ξεσφίγγονται τα δόντια… Να σταματούν οι εικόνες να παίζονται πίσω απ’ τα μάτια.

Σαν να σου δίνεται η ευκαιρία να ζήσεις την εμπειρία του θανάτου χωρίς θάνατο και να ξαναγυρίσεις στη ζωή. Στη ζωή, που σίγουρα, μόνο με ευθεία δεν μοιάζει!

Παρασκευή, Ιουλίου 21, 2006

Το καρφί.

Αφού έγραψα για το μονοπάτι και τα ίχνη, πρέπει να γράψω τώρα και για το καρφί.
Ίσως αυτό με βγάλει στον Γολγοθά.

Η πρώτη αίσθηση του καρφιού ήταν ένα σκουριασμένο καρφί, κρυμμένο κάτω από ένα ξύλο που με απειλούσε. Αν με τρυπούσε θα πάθαινα τέτανο. Ο Τέτανος ισοδυναμούσε με φριχτό θάνατο. Πρώτα, η περιοχή γύρω από τη πληγή γινόταν τούμπανο. Μετά αφόρμιζε βγάζοντας πύων. Ακολουθούσε υψηλός πυρετός και τελικά σπασμοί που σμπαράλιαζαν την καρδιά σου. Έτσι πέθανε μια δεύτερη εξαδέλφη μου στο χωριό, από τέτανο που πήρε στο δάκτυλο του ποδιού, καθώς έλυνε και έδενε τα ζώα στο σταύλο.

Ήταν όμως και ακίνδυνα καρφιά στον τοίχο. Από κει κρεμούσε ο παππούς το πουκάμισό του. Τα ρούχα των παλαιών κρέμονταν από καρφιά στους τοίχους ή πίσω από τη πόρτα. Ήταν ντρίλινα ρούχα, φτωχικά που δεν είχαν απαιτήσεις για μια κρεμάστρα. Ακολουθούσαν τρόπω τινά, τη κοσμοθεωρία των κατόχων τους που δεν είχαν γενικώς απαιτήσεις από τη ζωή, πλην της επιβίωσης.

Από καρφιά επίσης κρέμονταν το σακούλι με το ψωμί, οι προμήθειες του χειμώνα, καμιά κοτσίδα σκόρδα και άλλα χρειαζούμενα για το καθημερινό μαγείρεμα. Ντουλάπια δεν υπήρχαν. Τα πάντα ήταν έκθετα και ο πιο απλός τρόπος για να καταλάβεις τη ζωή των ανθρώπων, ήταν να γυροφέρεις το βλέμμα πάνω στους τοίχους.

Μεγαλώνοντας έμαθα και άλλες χρήσεις του καρφιού. Ήταν το κατ εξοχήν εργαλείο του χτίστη, όταν επρόκειτο να αλφαδιάσει τον τοίχο. Κρεμούσε από ένα καρφί το νήμα στο τέλος του οποίου στερέωνε μια πέτρα. Επίσης και ο ξυλουργός κάρφωνε καρέκλες, τραπέζια και παραθυρόφυλλα, βίδες δεν υπήρχαν.

Περίπου στη εφηβεία μου, πέρασα στη μεταφορική σημασία του λήμματος. «Καρφί» ήταν ο «χαφιές».Τον «κάρφωσε» επίσης φάνταζε σαν προδοσία μεταξύ συμμαθητών, συνήθως κάτι γυαλάκιες, πρώτοι μαθητές που τα σφύριζαν όλα στους καθηγητές. Αυτά που πετάγονταν σε συζητήσεις επίσης σαν «σφήνες» κακόβουλες ήταν «καρφιά».

Στην ίδια περίοδο, έμαθα και τη λογοτεχνική απόδοση της λέξης που μου φαινόταν κάπως παθιάρικη: τον/την κάρφωσε με τα μάτια, προκειμένου να γίνει έκδηλο κάποιο μήνυμα, μάλλον ερωτικό ή άλλης εξαιρετικής σημασίας!

Στο βάθος του νου, παρ όλα αυτά, έμενε σταθερή η φρικιαστική εικόνα της Σταύρωσης. Μου ήταν αδιανόητη η αγριότητα της πράξης και ανατρίχιαζα μέσα στις εκκλησιές με τον Εσταυρωμένο. Ο νους μου ακόμα εξεγείρεται στην μεθοδική έκθεσή της και μάλιστα για να εξυπηρετηθούν οι σκοποί της λατρείας ή και η ίδια η λατρεία.

Ενήλικας, απέκτησα ιδέες που καρφώνονταν στο μυαλό, ως εμμονές, τις οποίες δεν μπορούσα να ξε-καρφώσω με τίποτα. Πολλοί, κατά το ρεύμα, είπαν ότι γίνεται μόνο με "ειδική" βοήθεια.

Πρόσφατα το «καρφί» με παραπέμπει σε έντυπο.

Από τη στιγμή που εμμονή και έντυπο συναντήθηκαν υπήρχε ένας σημαντικός λόγος να αρχίσω να γράφω. Κι έτσι βγήκα στο μικρό προσωπικό Γολγοθά μου.

Δευτέρα, Ιουλίου 10, 2006

Ιχνη.

Τα σχόλια μοιάζουν με πατημασιές ανθρώπων.
Στην άμμο επάνω βλέπεις ίχνη άπό δάκτυλα.
Δοκιμάζεις το πέλμα σου μέσα στο άγνωστο πέλμα και είναι μικροσκοπικό και εκείνο τεράστιο. Μετά παρά κει το δικό σου περισσεύει. Αλλά όλα τελικά τα σβήνει η θάλασσα. Το πρωί η παραλία είναι αψεγάδιαστη πάλι.
Αδύνατο να μπεις στη θάλασσα χωρίς να πατήσεις πάνω της.
Είναι τόσο λεία η επιφάνειά της, έτσι όπως τα σκούπισε όλα το βράδυ ο άνεμος!
Περπατάς έχοντας στο νου την όμορφη αίσθηση του νερού που θα νιώσεις πάνω στο σώμα σου. Ξέρεις ότι είναι αδύνατο να το κάνεις χωρίς να αφήσεις τα ίχνη σου πάνω στη παραλία. Εκτός και αν είσαι ο ίδιος ο άνεμος και περάσεις πάνω από την άμμο χτενίζοντας πάλι. Χαϊδέψεις και το νερό, ρυτιδώντας ελαφρά το πρόσωπό της.

Και λυπάσαι τελικά που είσαι μόνο απλά άνθρωπος.